ένας αλλιώτικος τρόπος θέασης του κόσμου;
Το «Ημερολόγιο ενός τρελού» αποτελεί ένα καθαρά συμβολικό διήγημα του Γκόγκολ, που δείχνει την τρέλα και το θάνατο ως φυσικό επακόλουθο του κοινωνικού αδιέξοδου. Όλα μέσα στο έργο του αιωρούνται, κινούνται πολυδιάστατα αλλά ειναι πραγματικά. Αντανακλώντας τη μυστηριακή προσωπικότητα του συγγραφέα το «Ημερολόγιο ενός τρελού» τείνει σταθερά σε μια αφήγηση της καθημερινής πραγματικότητας και με μια διάθεση να αποκαλυφθούν οι άσχημες πλευρές της ζωής, διεισδύει στα πιο κοντινά αδιέξοδα του καθημερινού ανθρώπου και προπάντων μιας αληθινής ιστορίας που θα μπορούσε να ήταν προσωπική. Τα πάντα είναι χαλιναγωγημένα, συγκροτημένα, ιδωμένα από κάποια απόσταση, ικανή να αμβλύνει τις οξύτητες. Σε τούτο συντείνει και ο τόνος της γραφής που παρουσιάζεται πάντοτε ως εξιστόρηση αναμνήσεων ενός παρελθόντος (γι’ αυτό και το έργο είναι δομημένο σε μορφή ημερολογίου) που αντιπροσωπεύει την καταστολή της επιθυμίας και το στραγγάλισμα της ζωής. Τα κείμενα αυτής της μορφής μοιάζουν σπαράγματα, συνδυασμοί ευρύτερων σχημάτων του περιεχομένου γιατί δείχνουν τη δραματικότατη ενίοτε πάλη για να ανασυσταθεί και να αντισταθμισθεί μια ζωή χαμένη ή κατακερματισμένη.Στοιχεία Ταυτότητας του Κεντρικού Ήρωα
Ο Εγκλεισμός του ήρωα που εργάζεται δέσμιος και καταπιεσμένος είναι συναισθηματικός. Έχει εγκλωβιστεί αθόρυβα. Η επιβεβλημένη απομόνωση που ζει είναι αόρατη σαν τον αέρα που αναπνέει κι εξίσου παρούσα παντού και πάντα στη ζωή του. Ο συγγραφέας δε χάνει το χιούμορ του ακόμα και στις πιο σκοτεινές στιγμές της ζωής του «Αγαπώ το θέατρο. Δεν μπορώ να βαστάξω να μην πάω». Το θέατρο πίσω απ’ αυτή την επιθυμία καταγγέλλει και μια αλήθεια οριστική και αμετάκλητη. Η ζωή είναι ένα θέατρο που μπορούμε να το παίξουμε μόνο μια φορά, χωρίς πρόβα, χωρίς δοκιμή. Στο θέατρο ο συγγραφέας ανέκαθεν ξαναχτίζει από την αρχή το σύμπαν. Ο ηθοποιός προσφέρει το σώμα και το αίμα του υπέρ της σωτήριας του κοινού. Σε αυτό το θέατρο που στήνει ο ίδιος, όσο παρανοϊκό και αν μας φαίνεται, ο ήρωας ακόμα κι αν το προσπαθεί, δεν επιθυμεί κατά βάθος να δραπετεύσει από αυτή τη σκηνή –τοπίο φυλακής – αλλά να εγκλιματιστεί. Ο ίδιος χτίζει τη φυλακή του, οικοδομεί το κελί του και υπογράφει την καταδίκη του. Η τάση φυγής του σε ένα πρωτο επίπεδο είναι το όπλο για την κατάκτηση της ανέγγιχτης ελευθερίας της ‘’Σελήνης’’, «Πολλοί πάσχιζαν να σκαρφαλώσουν στους τοίχους για να πιάσουν τη σελήνη». Σε ένα δεύτερο επίπεδο αυτή τη τάση υπαγορεύει η δραπέτευση από το στημένο παιχνίδι της ζωής, από τις σκοτεινές δυνάμεις που κρατούν το σώμα στη γη και δεν του επιτρέπουν την Ανάβαση στους ουρανούς, κάνοντας έτσι δρόμο μετ’ εμποδίων τη σχέση του με το θεό. Μια τάση φυγής απ’ όλους κι απ’ όλα ακόμα και από τον ίδιο του τον εαυτό μέσα όμως πάντα στα περιορισμένα όρια και περιθώρια που ο ίδιος έχει θέσει. Αυτό που επιθυμεί στη ζωή του είναι η Ανάσταση όμως δεν βιώνει την ίδια μίζερη πραγματικότητα με τον οποιοδήποτε φτωχό αμαρτωλό που περιμένει απ’ το θεό Ανάσταση. Κάπου στα όρια της απόλυτα ψυχικής διάλυσης και παραφροσύνης την αποζητά «Ανέβα αμαξηλάτη μου, χιμήξατε άλογα, ηχείστε κουδουνάκια και πηγαίνετε με μακριά απ’ αυτό τον κόσμο». Η μια πλευρά του εαυτού του ήρωα δείχνει απλοϊκή, φιλόδοξη και τρυφερή, από την άλλη πλευρά έχουμε ένα ανώριμο αρσενικό γεμάτο ανασφάλειες ,φοβίες και εμμονές. Όταν οι δυο πλευρές συναντιούνται όπως συμβαίνει εδώ, η έκρηξη είναι αναπόφευκτη. Και τότε βγαίνει ένα σύγχρονο σκηνικό όπου καθένας καλείται και οφείλει για τον εαυτό του να παλέψει, να ανοίξει τα μάτια του ,να ξυπνήσει, να πληρώσει το τίμημα των επιλογών του ή -αν αυτές δεν υπήρξαν ποτέ -της γέννησής του. Οι εσωτερικές εκρήξεις του ήρωα φωνάζουν για μια πραγματικότητα που εδώ και χρόνια διαβρώνει την κοινωνία. Ο πόλεμος ενάντια στο κατεστημένο (συνεχεία των εσωτερικών του εκρήξεων) και την υπάρχουσα κοινωνική κατάσταση που παγιδεύει τους απλούς πολίτες και τους καθιστά θύματα της δύναμης των ισχυρών είναι εμφανής στη φράση : «Τα σκυλιά είναι ξύπνια». Σημασιολογικά πίσω από την λέξη «σκυλιά» κρύβεται ένα αναμφισβήτητο «Κατηγορώ» που ανταποκρίνεται στο γεγονός ότι κι ο ίδιος ασφυκτιά, δεμένος στις χειροπέδες του πολιτικού συστήματος «Τα γεγονότα αυτά τόσο με σκότισαν και με συγκίνησαν ώστε με τίποτα απολύτως δεν μπόρεσα να καταπιαστώ σήμερα». Το κοινωνικό αδιέξοδο γίνεται ατομικό και πλέον δεν αφήνει κανένα περιθώριο δημιουργίας. Η ακόρεστη ανάγκη ικανοποίησης των προσωπικών αναγκών του ήρωα, παίρνει σάρκα και οστά μέσα από την παρουσία δυο γυναικών που η μια αποπνέει τη φλογερή σεξουαλικότητα και η άλλη τη γλυκιά τρυφερότητα. Η πρώτη είναι μια γυναίκα άγνωστων στοιχείων και η δεύτερη είναι η μητέρα του. Η γυναίκα θα τον οδηγήσει σε ηδονικές απολαύσεις σώμα με σώμα, ενώ η μητέρα θα δώσει τη λύτρωση στα εγωκεντρικά του αδιέξοδα «Σώστε με», «Μήπως είναι το πατρικό μου, μήπως είναι η μάνα μου… Στάξε το δάκρυ σου στο άμοιρο κεφάλι… Κοίταξε πως τον σακατεύουν… Θλίψου για το κατεστραμμένο σου το γέννημα». Αξίζει να σημειώσουμε πως η ακατανίκητη ανάγκη επικοινωνίας με τη μάνα ίσως έχει τις ρίζες της στην αποτυχημένη ανεξαρτησία του ,την αποτυχημένη επαγγελματική του ταυτότητα, την έλλειψη ικανότητας να αναπτύσσει μη σεξουαλικές αλλά και σεξουαλικές σχέσεις όπου μπορεί να δίνει και να παίρνει. Η εφηβεία σύμφωνα με την επιστήμη της ψυχολογίας μπορεί να διαιρεθεί σε τρεις υποπεριόδους την πρώτη εφηβεία 11 ως 14 που περιλαμβάνει και την προεφηβεία ,τη μέση εφηβεία 14-16 και την όψιμη εφηβεία 16 μέχρι τη λύση της εφηβείας που μπορεί να μη συμβεί ποτέ. Όπως ακριβώς και με τον ήρωα του έργου που έχει περάσει τα 40 κι η εξάρτηση από την μορφή της μητέρας του είναι ιδιαίτερα εμφανής στο τέλος, πράγμα που μας κάνει να συμπεραίνουμε πως πέρα από την μητέρα του καμία άλλη σχέση στη ζωή του δεν στάθηκε ικανή να σπάσει το δεσμό μάνας –παιδιού κάτι που δείχνει άνθρωπο ανολοκλήρωτο, ευάλωτο και ανήμπορο να πάρει τη ζωή στα χέρια του και να αντιμετωπίσει τη μοίρα του με νύχια και με δόντια όπως θα έκανε κάθε άνθρωπος ψυχικά ανεξάρτητος από τον ισόβιο δεσμό της μάνας. Αναμφισβήτητα έχουμε να κάνουμε με έναν άνθρωπο καταθλιπτικό με έμμονες ιδέες ενοχής ,αναξιότητας ,αυτομομφής, πτώχευσης και μηδενισμού .Ενδείξεις ψυχωτικής - σχιζοφρενικής συμπεριφοράς του ήρωα
2. Αντίληψη: Ο λόγος του τρελού μας λέει ο Lacan, είναι εκτός νομών, εκτός κανόνων, έχει παραιτηθεί από την αναγνώριση. Οι πιο χαρακτηριστικές διαταραχές της αντίληψης είναι οι ψευδαισθήσεις: «Δεν έδειξα ότι είμαι βασιλιάς των Ισπανών», «Με ράβδισε στην πλάτη, δυο φορές, τόσο δυνατά που παρ’ ολίγο να βάλω τις φωνές, αλλά τούτο είναι ιπποτικό συνήθειο όταν κανένας μπαίνει σε υψηλά αξιώματα», «Πρέπει να προστατέψουμε το φεγγάρι γιατί η γη σκοπεύει να καθίσει πάνω του».
3. Αίσθηση του εαυτού: Στη ψυχολογία όταν μιλάμε για αίσθηση του εαυτού εννοούμε την απώλεια των ορίων του εγώ που εκδηλώνεται με σύγχυση ταυτότητας. Κάποτε υπερβολική ή μεγαλοποιημένη ιδέα για την σπουδαιότητα του εαυτού του. Υπάρχει δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις ενώ είναι εμφανής η απόσυρση από τον εξωτερικό κόσμο με ταυτόχρονη υπέρμετρη προσήλωση και ενασχόληση με εγωκεντρικές και παράλογες ιδέες και φαντασίες όπου η αντικειμενικότητα έχει χαθεί. «Κρίνω από κάθε σκοπιά, μην έπεσα στα χέρια της ιεράς εξετάσεως κι εκείνος που πήρα για μέγα αρχικαγκελάριο μην είναι ο μέγας εξεταστής. Αλλά πάλι δεν μπορώ να το χωνέψω πως θα ήταν δυνατόν ο βασιλιάς να υποστεί ιερά εξέτασιν».
Τα αίτια της τρέλας δεν πρέπει να τα ψάχνουμε με μονοδιάστατο τρόπο –παθολογοανατομικές αλλοιώσεις στον εγκέφαλο, διαταραχές στην πρώτη αναπτυξιακή ηλικία, νευροχημικές διαταραχές, ενδοκρινική δυσλειτουργία γιατί απλά καταλήγουμε σε συμπεράσματα χωρίς επιτυχία. Η γενετική προδιάθεση και το περιβάλλον ίσως αποδίδουν καλύτερες απαντήσεις και πιο πειστικές στα αίτια της τρέλας. Όπως εδώ που σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της ζωής του ήρωα έπαιξε η μη αποδοχή του από την κοινωνία και μετέπειτα από τον ίδιο του τον εαυτό. Επειδή η λέξη κοινωνία είναι ευρύτερης σημασίας ας πούμε καλύτερα η μη αποδοχή του από το περιβάλλον συναναστροφής του. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε ότι το περιβάλλον του λόγο της άσχημης εξωτερικής του εμφάνισης τον βλέπει χλευαστικά και τον κοροϊδεύει πίσω από την πλάτη του. «Τι ασχημοφατσα που είναι ,όλος διόλου χελώνα στο σακί…, Οι τρίχες στο κεφάλι του μοιάζουν σαν χόρτο, Η Σόφη δεν βαστιέται από τα γέλια κάθε που τον κοιτάζει …».
4. Η επίγνωση του χρόνου, αποτελεί αυτό που στην ψυχιατρική ονομάζεται προσανατολισμός. Ως προς αυτό τον ορισμό ο ήρωας δεν ανταποκρίνεται καθόλου, ο χρονικός αποπροσανατολισμός του αναδεικνύεται περίτρανα από τις φράσεις : «Μαρτιοκτωβρίου 86 ημερομηνία και ώρα μεταξύ μέρας και νύχτας, Χωρίς ημερομηνία. Η ημέρα ήταν χωρίς ημερομηνία, Την ημερομηνία δεν θυμάμαι. Μήνας επίσης δεν υπήρχε».Ο Αυξέντης Ιβάνοβιτς Ποπρίτσιν αρθρώνει έναν οδυνηρό καταγγελτικό μονόλογο, που παρακολουθεί την πορεία του όχι προς την τρέλα αλλά προς την ιδρυματοποιήσή του, την καταστολή και την περιθωριοποίησή του. Ο υστερικός αιχμαλωτίζει με μια επιδέξια μηχανορραφία τον δέκτη: Το σύμπτωμα της τρέλας είναι εδώ το σημαίνον ενός σημαινόμενου απωθημένου από τη συνείδηση του υποκειμένου. Η γλωσσουστερία του Ποπρίτσιν παντρεύει τα αντίθετα, ζωή /θάνατος, λογικό/ παράλογο, απολλώνιο/ διονυσιακό, στη σύζευξη του συμβολικού και του φαντασιακού μέσα στη σύσταση του πραγματικού.
Ανάδυση Θεμάτων
Ο σπαραγμός του ήρωα Ποπρίτσιν είναι ότι το μόνο που διεκδικεί είναι να ζει, να σκέπτεται ανθρώπινα και ελεύθερα. Ο μονόλογος εμπεριέχει μέσα του ένα «εγώ» και ένα «εσύ» είναι στο βάθος μια μορφή διάλογου που διασπά το φορέα του, ταυτόχρονα, σε πομπό και δεκτή του μηνύματός του. Μέσα απ’ αυτήν τη (συν) ομιλία θανάτου αναδύονται απολιθωμένες και αποκλεισμένες δυνάμεις του ασυνείδητου, πτυχές της ανθρώπινης υπόστασης που όλοι έχουμε μέσα μας :
1. Αγώνας Αυτογνωσίας: Το έργο του Γκόγκολ μοιάζει με μια σειρά από αμαντάριστα πλάνα που καταγράφουν τη θύελλα στην ψυχή ενός ανθρώπου που, φυλακισμένος στο «κελί» της ύπαρξης και της τάξης του, αγωνίζεται να κατανοήσει τον εαυτό του και τον κόσμο. Το έργο περικλείει έναν ολόκληρο κόσμο ,ο ήρωας του οποίου είναι ένα θλιμμένο ανθρωπάκι προσκολλημένο στις νευρώσεις του και στις παγίδες της άγευστης ζωής του. Προσπαθεί να ξεφύγει αλλά τη λύτρωση προσφέρει μόνο ο θάνατος. Ο ήρωας είναι εγκλωβισμένος ανάμεσα σε δυο αντίπαλα στρατόπεδα λογική και τρέλα αλλά ενστικτωδώς αρνείται να υποκύψει στους άκαμπτους κανόνες και των δυο.
2. Η τρέλα (τόσο μοίρα όσο και προσωπική επιλογή) παρουσιάζεται απλώς ως δίοδο φυγής που ο άνθρωπος ξεφεύγει από την καθημερινότητα, ζώντας την απολαυστική περιπέτεια της ελευθερίας και της εσωτερικής πτήσης που υπόσχεται να κρατήσει αναλλοίωτη την παιδικότητα του. Ο Γκόγκολ με το «Ημερολόγιο ενός τρελού» αποφασίζει να κρατήσει μια παλιά του υπόσχεση στο παιδί που κρύβεται μέσα του. Εκείνο όμως είναι πληγωμένο. Δεν του αρέσει να είναι στο περιθώριο και παλεύει να βγει από την αφάνεια. Έτσι μέσα στο έργο προβάλλονται φράσεις που κάνουν τον ήρωα να νιώθει σημαντικότερος από αυτό που ο ίδιος πιστεύει ότι είναι και να τίθεται αντιμέτωπος με όλα τα μείον που ο ίδιος έχει προσδιορίσει στον εαυτό του. «Μοιάζει σα να το ‘χει γράψει ο Πούσκιν». Μέσα από την κοινωνική αναγνώριση που διακατέχει τον Πούσκιν, ο ήρωας βρίσκει την δική του εσωτερική αναγνώριση και επιβεβαίωση. Ο Lacan υπογραμμίζει ότι για να λειτουργήσει αυτό το παιχνίδι του «μορφοειδώλου»,είναι απαραίτητο να υπάρχει ενός βαθμού ομοιότητα. «Αρχικά το υποκείμενο ταυτίζεται και μάλιστα αυτοεπιβεβαιώνεται μέσα στον άλλο». (Γ 181)
«Αναλογίσου τι είσαι! Είσαι ένα μηδενικό, τίποτα παραπάνω. Παρά τσακιστό δεν έχεις». Το είναι του αισθάνεται βαθιά μέσα του, την εικόνα του, τη βλέπει χωρίς ωστόσο να αναγνωρίζεται σε αυτή και να την αποδέχεται. Και επιστρέφει σε αυτό που ο Lacan ονομάζει στάδιο του καθρέφτη.«Γιατί γραφιάς και όχι κάτι άλλο». Πρόκειται για το υπαρξιακό ερώτημα ενός ανθρώπου που αδυνατεί να δεχτεί την ταυτότητα του. Ίσως αυτή η εσωτερική απορία να έχει βαθιά τις ρίζες της, στις πολύ χαμηλές οικονομικές απολαβές του επαγγέλματος. Μια διαπίστωση είναι πως η μοίρα του ανθρώπου εξαρτάται από τα λεφτά. Είμαστε θύματα των καταστάσεων όπως όλα δείχνουν αλλά έξω από την σφαίρα της λογικής, βυθισμένοι στα διάφανα νερά της τρέλας γινόμαστε οι εξουσιαστές τους . «Δεν πήγα στο γραφείο… Φωτιά να το κάψει… Δεν σας αντιγράφω τα βρωμοχαρτιά σας».
3. Η μοναξιά της ύπαρξης : Με οδηγό λάθη του παρελθόντος που τον κυνηγούν ανελέητα προσπαθεί να γλιτώσει από τα φαντάσματα της μοναξιάς του, που απαιτούν δικαιοσύνη και μέσα από μια χαραμάδα στο φως ορίζει την τρέλα σαν τον καινούριο νόμο επιβίωσης, που θα τον κάνει να ξεφύγει από τα φαντάσματα της αξόδευτης ζωής του. Το παρελθόν και το παρόν διασταυρώνουν τα ξίφη τους σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι από το οποίο μόνο ένας θα καταφέρει να επιβιώσει. Το παρελθόν σε ρόλο ιεροεξεταστή τον έχει κολλήσει στον τοίχο και τον τιμωρεί για όλα αυτά που έγιναν και για όλα αυτά που έπρεπε να γίνουν και δεν έγιναν ενώ το –παρόν- που παίρνει την μορφή της απομόνωσης γίνεται ραγδαία η πυρρά για την ψυχή του. Στοαδιέξοδο άλλοι ανοίγουν μια πόρτα στο μέλλον -πληρώνοντας αργότερα και το τίμημα- κι άλλοι συμβιβάζονται φτάνοντας στα άκρα. Σε όλες τις περιπτώσεις ότι κι αν αποφασίσει ο ήρωας για τη ζωή του, η μοναξιά της ύπαρξης του θα είναι ο καταλύτης, η κινητήριος δύναμη, το ερέθισμα, η λύση, εκείνο που θα καθορίσει την έκβαση του παιχνιδιού. Η έκβαση σε αυτή την πάλη δεν αποφασίζεται με τη διανοητική του ικανότητα, η οποία δεν είναι ούτε αρκετά ισχυρή ούτε αρκετά ελεύθερη για να πραγματοποιήσει κάτι τέτοιο, αλλά μόνο από τη σχέση του με τον «άλλο» εαυτό του.
4. Η δυνατότητα εντοπισμού του χρόνου και η δυνατότητα της σύνθεσης του χρόνου σύμφωνα με την προσωπική αίσθηση του συγγραφέα αναδεικνύει τη φθορά της ωριμότητας με μια αισθητική πληρότητα που τονίζει την αμφιταλάντευση ανάμεσα στο υψηλό, την παραίσθηση και την υπερβατικότητα. Ο χρόνος είναι ταυτόσημος με το θάνατο ή με το αδιέξοδο και ορθώνεται σαν αδιαπέραστο τοίχος. Δεν έχει νόημα ο κόσμος παραπέρα.… «Χωρίς ημερομηνία. Η ημέρα ήταν χωρίς ημερομηνία… Ημερομηνία 1η… Γενάρης του ίδιου έτους που ήρθε μετά τον Φλεβάρη».Ο ρόλος των θηλυκών στο Ημερολόγιο Ενός Τρελού
• Δεσμοί αίματος με την μητέρα –μοναδικό καταφύγιο στο αναπόδραστο τέλος - : Η νηπιακή ικανοποίηση στρέφεται γύρω από το Οιδιπόδειο, το παιδί (επιθυμεί να απολαμβάνει ολοκληρωτικά τις υπηρεσίες της μητέρας του και φαντάζεται ότι ο ρόλος της γεννήτορας του σε αυτή τη γη είναι να βρίσκεται στις διαταγές του παιδιού. Η λίμπιντο, η επιθυμία απόλαυσης, θα μετατεθεί προς ένα νέο στόχο:το ιδανικό του Εγώ. Αλλά αυτό το ιδανικό δεν είναι καρπός του ίδιου του υποκειμένου, το ιδανικό κατασκευάζεται με βάση τις ιδανικές επιθυμίες των προσώπων που αποτελούν τον περίγυρο του υποκειμένου. Έτσι, το ιδανικό θα είναι ένα αμάγαλμα των επιθυμιών των άλλων. Η κεντρική μορφή της μητέρας στο τέλος είναι δομημένη σε όλη της την τραγικότητα και την ανθρώπινη τρυφερότητα «Κλείσε στο στήθος σου το εγκαταλελειμμένο… τον ορφανό σου». Μια ορισμένη δόση οιδιπόδειου μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει την αποτελεσματικότητα ενός αναισθητικού φαρμάκου.
Ο Γιώργος Κατσαντώνης είναι αριστούχος απόφοιτος του τμήματος Θεατρικών Σπουδών της Σχολής Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστήμων του Πανεπιστημίου Πατρών. Οι μελέτες του προωθούν τη θεατρολογία ως επιστήμη που συμφιλιώνει και ενσωματώνει, σε μια σφαιρική προοπτική, τη σημειολογική οπτική (αισθητική) των σημείων της παράστασης, την ψυχαναλυτική προσέγγιση, την ανθρωπολογική διάσταση και την κοινωνιολογική έρευνα επί της παραγωγής και πρόσληψης του θεατρικού φαινομένου.