Μαρμάρινη κεφαλή εφήβου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μαρμάρινη κεφαλή εφήβου
Μαρμάρινη κεφαλή εφήβου
ΟνομασίαΜαρμάρινη κεφαλή εφήβου
Διαστάσειςύψος 24,5 εκ.
ΜουσείοΜουσείο Ακρόπολης
Αριθμός καταλόγου689
Χάρτης
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα
Επιστημονική σπουδή έγχρωμης αποκατάστασης σε αντίγραφο στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου

Η μαρμάρινη κεφαλή εφήβου είναι τμήμα αρχαίου αττικού αγάλματος. Βρέθηκε τον Σεπτέμβριο του 1887 στην Περσική τάφρο κατά τις ανασκαφές της Ακρόπολης βορειοανατολικά του μουσείου. Φυλάσσεται στο Μουσείο της Ακρόπολης στην Αθήνα με αύξοντα αριθμό 689.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Είναι κατασκευασμένη από μάρμαρο της Πάρου και έχει φυσικό μέγεθος, ύψους 24,5 εκατοστών. Παρουσιάζει το κεφάλι ενός εφήβου μέχρι το μέσο του λαιμού σε καλή κατάσταση. Το κεφάλι κλίνει λίγο προς τα εμπρός και ελαφρά στο πλάι προς τον δεξιό ώμο. Η κόμη είναι πλούσια και χτενισμένη με επιμέλεια. Τα ελαφρώς κατσαρά μαλλιά πέφτουν κυματίζοντας στο μέτωπο. Σκεπάζουν το κούτελο και καταλήγουν πίσω από τα αυτιά όπου είναι δεμένα σε δυο μεγάλες πλεξούδες που είναι τυλιγμένες γύρω από το κεφάλι και δεμένες μπροστά. Στην κορυφή της κεφαλής υπάρχει μια οπή διαμέτρου 12 χιλιοστών και βάθους 31 χιλιοστών. Τα μάτια είναι μεγάλα και περιβάλλονται από παχιά βλέφαρα. Οι βολβοί των οφθαλμών είναι μικρότεροι του κανονικού. Τα αυτιά, μάγουλα και η μύτη είναι κομψά. Η όλη έκφραση του προσώπου είναι μελαγχολική χωρίς το χαρακτηριστικό αττικό μειδίαμα. Κατά την αποκάλυψη του υπήρχαν εμφανή υπολείμματα χρώματος, ξανθοκίτρινου στα μαλλιά και κόκκινου στα χείλη, τα οποία έχουν πλέον ξεθωριάσει.

Ερμηνεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δεν είναι γνωστό ποιόν απεικονίζει το άγαλμα αυτό. Είναι όμως ένα από τα ομορφότερα ευρήματα της Ακροπόλεως και συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα για την ιστορία της αττικής τέχνης.

Ιστορική τοποθέτηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα χαρακτηριστικά της κόμης τα συναντούμε επίσης στο άγαλμα του Απόλλωνα του Ομφαλού, στην κόρη του Ευθυδίκου και σε απεικονίσεις σε αγγεία του Ευφρόνιου. Επίσης και σε ένα άλλο έκθεμα του μουσείου με αύξοντα αριθμό 308. Ο καλλιτεχνικός τύπος είναι νέος, έχει επιρροές της Πελοποννησιακής σχολής και είναι ακριβώς αντίθετος του γνωστού αρχαϊκού τύπου. Η χρονολόγηση του έργου προσεγγίζει το 490-480 π.Χ.. Είναι ένα από τα νεώτερα ευρήματα της Περσικής τάφρου, και χρονολογείται λίγο πριν την εισβολή των Περσών και την καταστροφή της πόλης. Το έργο πιθανόν φιλοτέχνησε ένας από τους δασκάλους του Φειδία, ο Ηγησίας των Αθηνών ή ο Αγελάδας του Άργους.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]