Δισκογραφία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Με τον όρο φωνογραφία χαρακτηρίζεται η παράσταση κάθε φωνητικού φθόγγου με γραφικό σημείο, σε αντιδιαστολή με την ιδεογραφία. Επίσης φωνογραφία, ή δισκογραφία, χαρακτηρίζεται και η τεχνική της αποτύπωσης και παραγωγής ήχου ή φωνής σε φωνογραφικό δίσκο.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η φωνογραφία ξεκίνησε με την εκπληκτική στην εποχή του εμφάνιση του φωνογράφου που όμως άρχισε στη συνέχεια να φθίνει λόγω ουσιωδών μειονεκτημάτων που παρουσίαζε η πρώιμη αυτή τεχνολογία ειδικά στη πιστότητα του ήχου, στην έντονα θορυβώδη ολίσθηση της βελόνας στην αύλακα, στους πολύ χαμηλούς τόνους (κοινώς πιανίσιμο), καθώς και στους υψηλούς τόνους (κοινώς φορτίσιμο), όπου τότε η βελόνη χοροπήδαγε. Έτσι μέχρι το 1920 το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό, οι δε προσπάθειες των τεχνικών που σαφώς στερούνταν σχετικών επιστημονικών βάσεων ήταν μέχρι ασήμαντες.

Ανάπτυξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκείνο όμως που ανέτρεψε τη φθίνουσα φορά των πραγμάτων του χώρου αυτού ήταν η παρουσία της αμερικανικής εταιρείας Γκράμοφον (Gramophone Co.) γνωστότερη στη συνέχεια ως Χις Μάστερς Βόις (*) (His Master's Voice - HMV) η οποία ξεκίνησε την ευρύτερη παραγωγή μουσικών φωνογραφικών δίσκων με εκτελεστές μόνο διάσημους καλλιτέχνες, σολίστ και διευθυντές ορχηστρών τους λεγόμενους "σελεμπριτέ" όπως οι Πατί, Μελμπά, Μπατιστίνι, Κρέισλερ, Κεσάλ, Παντερέβσκι, Τοσκανίνι, κ.ά.
Το 1922 η αμερικανική εταιρεία Κολούμπια Γκραφοφόν (Columbia Graphophone Co.) εισήγαγε τους λεγόμενους τότε "δίσκους αθόρυβης επιφάνειας", που έδωσε νέα ώθηση στη φωνογραφία. Τέλος το 1925 ξεκίνησε η ηλεκτρική φωνοληψία και ομοίως η ηλεκτρική αναπαραγωγή που αποτέλεσε θρίαμβο αποκάλυψης. Τα μειονεκτήματα που παρουσίαζε αρχικά η φωνογραφία άρχισαν να εξαλείφονται αφού πλέον η φωνοληψία μπορούσε να γίνει μέσα στις αίθουσες συναυλιών και γενικότερα από τους ίδιους χώρους ενδιαφέροντος.

Η φωνογραφία τότε άρχισε να επεκτείνεται και σ΄ άλλους χώρους όπως εκπαιδευτικούς, ιεραποστολικούς. Ειδικά η παραπάνω αναφερόμενη εταιρεία HMV δημιούργησε τότε μια πολύ μεγάλη και σπουδαία σειρά εκπαιδευτικών δίσκων, ενώ η Κολούμπια διέθεσε ομοίως δίσκους στη Διεθνή Εκπαιδευτική Εταιρεία που περιείχαν και εκμάθηση ξένων γλωσσών.

Παράλληλα όμως με τη φωνογραφία είχε αρχίσει και η εξάπλωση της ραδιοφωνίας, η οποία και ωφέλησε σε πολύ μεγάλο βαθμό την πρώτη στην αναμετάδοση αλλά και διάδοση των δίσκων. Επίσης επωφελής στη φωνογραφία υπήρξε και η ανακάλυψη και βιομηχανία του "ομιλούντος κινηματογράφου" όπου αρχικά συνδέονταν οι ταινίες με φωνογράφο που μετέδιδαν τον ήχο. Με τη πάροδο του χρόνου πολλές φωνογραφικές εταιρείες δημιουργήθηκαν που όμως λόγω της προπολεμικής ύφεσης αναγκάσθηκαν οι περισσότερες να συμπτυχθούν και να αποτελέσουν μεγάλα συγκροτήματα.
Έτσι το 1930 παρατηρούνται μόνο τρία σπουδαία τέτοια συγκροτήματα: η Κολούμπια, που περιλαμβάνει την Οντεόν (Odeon), την Παρλοφόν (Parlophone), την Παθέ (Pathé) κ.ά., η Γκραμοφόν (Gramophone Co.) που περιλαμβάνει την Βίκτωρ (Victor) κ.ά. και η Μπρούνσβικ (Brunswick)που περιλαμβάνει την Πολυντόρ (Polydor)κ.ά..
Μόλις όμως ένα χρόνο μετά, το 1931, προς περιορισμό των γενικών εξόδων και τα τρία παραπάνω φωνογραφικά συγκροτήματα ενώνονται σε ένα παγκόσμιο κολοσσό του είδους με την ονομασία "Ηλεκτρικές και Μουσικές Βιομηχανίες" (Electric and Musical Industries), γνωστότερα με το αρκτικόλεξο Ι-Εμ-Άι (EMI) με έδρα το Λονδίνο και με εργοστάσια παραγωγής σε πλείστα μέρη του κόσμου.